Όπως γνωρίζουμε ο Αϊνστάιν δεν φημιζόταν για τις πολλές γνώσεις του, για τους βαθμούς που έπαιρνε στο σχολείο, για τις εργασίες του, για την κοινωνικότητά του κλπ. Ήταν ένας μέτριος μαθητής και φοιτητής χωρίς τίποτα να δείχνει ότι θα μπορούσε κάποτε να γίνει σύμβολο της φυσικής επιστήμης.
Σίγουρα υπήρχαν στην εποχή του επιστήμονες με πολύ περισσότερες γνώσεις, σίγουρα υπήρχαν και τότε παιδιά θαύματα. Όλοι αυτοί όμως οι αξιοσέβαστοι διδάσκαλοι, αυτοί που έχουμε στο μυαλό μας ως αυθεντίες, λειτουργούν κατά βάση με τα «υπάρχοντα» και με την ανθρώπινη λογική, βασισμένη σε μια κοινή και «λογικά» αποδεκτή επιστημονική πρακτική που έχει αναπτυχθεί εμπειρικά μερικούς αιώνες πριν.
Κάποιοι από αυτούς είναι τόσο ικανοί που μπορούν να κάνουν απίστευτους υπολογισμούς ακριβείας με το μυαλό τους σε χρόνο ρεκόρ, μπορούν να λύνουν τεράστιες εξισώσεις ή δύο μαθηματικές ασκήσεις ταυτόχρονα. Μπορούν να «πηδούν» τις τάξεις στο σχολείο και να πηγαίνουν κατευθείαν στο Πανεπιστήμιο.
Όλοι αυτοί δεν ήταν ικανοί όμως να αντιληφθούν ένα πολύ απλό δεδομένο, που είναι πιστεύω αυταπόδεικτο. Το ότι η πραγματικότητα δεν είναι απαραίτητο να συμβαδίζει με την ανθρώπινη λογική, την αποκτηθείσα από την μέχρι τώρα ανθρώπινη εμπειρία.
Πιστεύω ακράδαντα ότι και άλλοι επιστήμονες θα έφτασαν πολύ κοντά στη θεωρία του Αϊνστάιν αλλά… εκεί ακριβώς το υποσυνείδητό τους, ίσως και ο εγωισμός τους δεν τους επέτρεψαν να προχωρήσουν. Θα είπαν από μέσα τους: «Αυτά τα πράγματα δε γίνονται», «Δεν είναι δυνατόν.. τι κάθομαι και σκέφτομαι τώρα..», «Ποτέ η πραγματικότητα δε μας έχει δείξει τέτοια τρελά σημάδια, όλα δουλεύουν ρολόι», «Θα γίνω ρεζίλι αν πω τέτοιο πράγμα, ας ασχοληθώ με κάτι χειροπιαστό».
Δεν πιστεύω λοιπόν ότι ευθύνεται ο εγκέφαλος του Αϊνστάιν αυτός καθ’ αυτός, αλλά η κατάσταση που επικρατούσε σε εκείνο τον εγκέφαλο τότε. Η δομή των δεδομένων του, που μέσα θα περιελάμβανε και το σκεπτικό: «Δεν γνωρίζουμε παρά ελάχιστα από την πραγματικότητα, επομένως μπορεί να είναι όπως αυτή θέλει. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να μην συμβαίνει».
Βέβαια στην πορεία ο Αϊνστάιν άλλαξε. Το απλό σκεπτικό του, αυτό που προανέφερα, προφανώς εκμηδενίστηκε από τον εγωισμό που του δημιουργήθηκε, μετά τη μεγάλη του επιτυχία. Θεώρησε πως έγινε και ο ίδιος αυθεντία. Έτσι λοιπόν αμφισβήτησε έντονα την κβαντική θεωρία, που είναι ίσως πιο τρελή από τη δική του. Προσπάθησε να την εντάξει στο δικό του θεώρημα, να την ομαλοποιήσει λογικά. Με ποια λογική όμως; Με τη λογική της προηγούμενης επιστημονικής του πορείας. Έχασε λοιπόν αυτό που τον έκανε σύμβολο της επιστήμης, το διέγραψε από τον εγκέφαλό του.
Τελικά μέχρι στιγμής όλα δείχνουν ότι έκανε λάθος και η κβαντική φυσική είναι μια νέα επανάσταση στην ανθρώπινη κυρίως σκέψη, και μετά επιστήμη.
Ο Αϊνστάιν έμοιαζε με τους περισσότερους από εμάς που ασχολούμαστε με το ανεξήγητο. Γνωρίζουμε ότι ξέρουμε πολύ λίγα, ότι υπάρχουν πολλά περισσότερα που δεν γνωρίζουμε. Η πορεία μας και η μέχρι τώρα γνώση μας, μας λένε «έτσι είναι η ζωή, τίποτα ανεξήγητο δεν υπάρχει αφού ποτέ δεν αποδείχτηκε κάτι τέτοιο». Όμως ζούμε και γνωρίζουμε ένα ελάχιστο σημείο από ένα κομμάτι ενός παζλ, και αυτό το κομμάτι μπορεί να είναι πολύ πολύ απλό (φανταστείτε ένα παζλ με μια πόλη κάτω και τον ουρανό πάνω). Όσο και να ψάξουμε στο κομματάκι μας δε θα βρούμε ούτε σπίτια, ούτε δρόμους, ούτε αυτοκίνητα. Ίσως να δούμε μόνο ένα γαλάζιο χρώμα με μερικές «λογικές» αυξομειώσεις, άντε και κανένα συννεφάκι. Φυσικά θα θεωρήσουμε ότι το παζλ είναι έτσι, ένα απλό γαλάζιο χρώμα και που και που, λίγο άσπρο. Όμως θα έπαιρνε πολύ δρόμο για να διανύσουμε τεράστιο μέρος του παζλ, ώστε να έχουμε μια αντικειμενική εικόνα.
Μέχρι τότε πρέπει να έχουμε τα μάτια μας ανοιχτά και τη φαντασία μας ελεύθερη, αν θέλουμε να κάνουμε μεγάλα βήματα. Αλλιώς θα παραβλέπουμε επιμελώς κουκκίδες άλλων χρωμάτων που τυχαίνει να πέφτουμε πάνω τους, προσπαθώντας να τις εξηγήσουμε με θεωρίες περί «αλλαγής του γαλάζιου χρώματος σε ορισμένες ανεξακρίβωτες συνθήκες, ή από αδυναμία παρατήρησης, ή γαλάζια μπαλόνια και αερόστατα…».